Κατωτέρω εξετάζεται αποκλειστικά κατά πόσο ένα άτομο που απολύθηκε ενόσω βρισκόταν σε δοκιμαστική περίοδο εργασίας δικαιούται να εγείρει απαίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών (ΔΕΔ) για αποζημίωση λόγω άδικης (unfair) απόλυσης.

Καταρχάς επισημαίνονται και για τα εδώ αναλυόμενα, ως είχα επίσης την ευκαιρία να αναφέρω στο άρθρο με τίτλο «ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΕΚΚΡΕΜΟΥΣΗΣ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ», τα ακόλουθα:

«Παλαιότερα, ενόσω η Κύπρος ήταν αγγλική αποικία (colony) – περίοδος 05.11.1914 μέχρι 16.08.1960 (βλ. Halsbury's Laws of England/Commonwealth (Volume 13 (2017), παρ. 651. «Republic of Cyprus.») , τα Δικαστήρια μας δεσμεύονταν από τις αποφάσεις των αγγλικών Δικαστηρίων (βλ. Queen v. Erodotou 19 CLR 144 ως υιοθετείται στις Κολοκασίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 252 και Πουτζιουρής & άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 309) και οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου μας υπέκειντο σε έφεση στο Ανακτοσυμβούλιο (Privy Council) (βλ. Halsbury's (ανωτέρω) παρ. 607 και 612 και ενδεικτικά την APHRODITE N. VASSILIADES ν. ARTEMIS N. VASSILIADES AND ANOTHER (V18) 1 CLR 10, αφορώσα ακύρωση δόλιας μεταβίβασης, που εκδικάστηκε στο Ανακτοσυμβούλιο από τους Lord Macmillan, Lord Wright και Lord Clauson.). Έχει πλέον νομολογηθεί ότι οι αποφάσεις των αγγλικών, ιρλανδικών και σκωτικών Δικαστηρίων ακολουθούνται βάσει δικαστικής αβρότητας ως παρουσιάζουσες το κοινό δίκαιο, ενέχουν δε απλώς πειστικό (persuasive) χαρακτήρα και δεν είναι δεσμευτικές (βλ. μεταξύ άλλλων THE REPUBLIC ν. PHIVOS PETROU PIERIDES (1971) 2 CLR 181, Antonis Mouzouris and Another v. Xylophaghou Plantations Ltd. (1977) 1 C.L.R. 287, Adamtsas Ltd. (In voluntary Liquidation) v. Republic (Minister of Finance and Another) (1977) 3 C.L.R. 181, Hassanein Kamal ν. "Hellenic Island" and/or "Island" και Άλλων (Aρ.2) (1994) 1 ΑΑΔ 578) . Είναι βέβαια θεμιτό σε περιπτώσεις θεματικής συγγένειας να ακολουθούνται εκτός εάν τα Δικαστήρια μας πειστούν ότι οι αποφάσεις αυτές είναι λανθασμένες (βλ. SOLOMOS STYLIANOU ν. THE POLICE (1962) 1 CLR 152) ή αν οι τοπικές συνθήκες (local conditions) τείνουν προς την απόκλιση απ' αυτά που νομολόγησαν (βλ. THE REPUBLIC ν. PHIVOS PETROU PIERIDES (1971) 2 CLR 181, Erodotou (ανωτέρω), KEM (TAXI) LIMITED ν. ANASTASSIS TRYPHONOS (1969) 1 CLR 52) . Στους Halsbury's (ανωτέρω), Civil Procedure (Volume 11 (2015)), παρ. 39 «Overseas decisions» γράφεται ακόμη ότι ένα Δικαστήριο δύναται να ανατρέξει ευρύτερα στις αποφάσεις των Δικαστηρίων όλων των χωρών που εφαρμόζουν το κοινό δίκαιο με σκοπό να αντλήσει καθοδήγηση («the decision of an overseas court in a common law country [...] may be useful as a guide to the court to which it is cited as to what its decision ought to be»).».

Σχετικός γενικώς για τον τερματισμό της απασχόλησης είναι ο περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμος του 1967 (Ν. 24/1967) ο οποίος καθορίζει, ως συνάγεται από την ανάγνωση των προνοιών του, τις περιπτώσεις που είναι δυνατό να απολυθεί εργοδοτούμενος, την πληρωτέα αποζημίωση για παράνομη απόλυση, την απαιτούμενη ειδοποίηση τερματισμού στην λήξη της οποίας επέρχεται ο τερματισμός της εργοδότησης, τη δυνατότητα της αμέσως απόλυσης εργαζόμενου με την πληρωμή εφάπαξ της περιόδου ειδοποίησης και την πληρωμή αποζημίωσης από το ταμείο πλεονάζοντος προσωπικού λόγω τερματισμού της εργοδότησης συνεπεία συνθηκών πλεονασμού (βλ. κατ' αναλογία Ζαβρού v. Χαραλάμπους (1996) 1ΑΑΔ 447). Προκύπτει, ειδικότερα, από τη συνδυαστική ανάγνωση των άρθρων 3 και 5 του Ν. 24/1967, ότι εργοδοτούμενος που απασχολήθηκε συνεχώς σε εργοδότη για τουλάχιστον είκοσι έξι (26) βδομάδες μπορεί απολυθεί νόμιμα μόνον εφόσον (α) ο εργοδοτούμενος παρέλειψε να εκτελέσει την εργασία του με εύλογα ικανοποιητικό τρόπο (β) ο εργοδοτούμνεος καταστεί πλεονάζων (γ) ο τερματισμός οφείλεται σε ανωτέρα βία, πολεμική ενέργεια, πολιτική εξέγερση, θεομηνία, ή καταστροφή των εγκαταστάσεων απασχόλησης λόγω πυρκαγιάς μη οφειλομένης σε εσκεμμένη ενέργεια ή αμέλεια του εργοδότη (δ) επέλθει η λήξη της σύμβασης εργασίας τακτής περιόδου (ε) ο εργοδοτούμενος επιδεικνύει διαγωγή αιτιολογούσα την απόλυση του χωρίς προειδοποίηση, ενδεικτικά δηλαδή όταν (Ι) καθίσταται από τη συμπεριφορά του εργοδοτούμενου ότι η σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου δε δύναται ευλόγως να αναμένεται ότι θα συνεχισθεί (ΙΙ) ο εργοδοτούμενος διαπράττει σοβαρό παράπτωμα κατά την εκτέλεση των καθηκότων του (ΙΙΙ) ο εργοδοτούμενος διαπράττει ποινικό αδίκημα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του χωρίς τη ρητή ή σιωπηρή συγκατάθεση του εργοδότη του (IV) ο εργοδοτούμενος διαγάγεται απρεπώς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και (V) παραβιάζει ή παραβαίνει σοβαρά ή επαναλαμβανόμενα του κανόνες εργασίας του. Ο Ν. 24/1967 έχει νομολογιακά κριθεί ως νομοθέτημα κοινωνικού χαρακτήρα (βλ ΕLIAS MARINE CONSULTANTS v. SARAH KHOURY DAOU, Πολιτική Έφεση Αρ. 207/2011, 13/12/2016, Στυλιανίδης ν. British American Insurance Co Ltd (1990) 1 A. A. Δ. 517, Kanika Developments Ltd ν. Λουκά (2004) 1 Α.Α.Δ. 603 και AΔΑΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ ν. ΑΓΓΕΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 377/2010, 8/3/2016). Στην ΑΔΑΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (ανωτέρω), για παράδειγμα, ενόψει της κοινωνικής φύσης του Ν. 24/1967, αποφασίστηκε ότι η επίδικη σύμβαση εργοδότησης ήταν άκυρη, καθότι προνοούσε, ως αυτολεξεί γράφεται στην απόφαση, «προς το έλαττον», αφού συγκεκριμένα απέβλεπε σε παραίτηση από τα δικαιώματα που παρέχει η Νομοθεσία στον εργαζόμενο αναφορικά με την παραχώρηση αποζημίωσης για παράνομη απόλυση και την παράδοση ειδοποίησης τερματισμού (βλ. επίσης την Οdessa Hotels Ltd ν. Pino κ.α. (2007) 1 A.A.Δ. 1277).

To see the full article click here

The content of this article is intended to provide a general guide to the subject matter. Specialist advice should be sought about your specific circumstances.