Ορισμοί της νεανικής παραβατικότητας

Η νεανική παραβατικότητα είναι ένας ευρύς ορισμός που αποδίδεται στους ανήλικους που παραβαίνουν με τις πράξεις τους το νόμο. Οι πράξεις αυτές μπορεί να είναι αδικήματα βίαιης και βαριάς μορφής (σεξουαλικής κακοποίησης, εμπρησμών, διαρρήξεων, κλοπών, βαριάς σωματικής βλάβης, δολοφονίας, κατοχής, εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών ουσιών) αλλά και ελαφριάς ή μεσαίας μορφής παραβάσεις ποινικών διατάξεων νόμων (παράβαση του Κώδικα Κυκλοφορίας, κυβεία, παράνομη χρήση κυνηγετικού όπλου, διανυκτέρευση εκτός οικίας χωρίς τη έγκριση των γονιών, ανάμιξη σε παραθρησκευτικές οργανώσεις, ενασχόληση με πορνογραφία, λήψη ή κατανάλωση οινοπνευματώδους ποτού από άτομο κάτω των 17 χρόνων (Νόμος για την προστασία παιδιών κεφ.352, 19(3α)).

Σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα, ανήλικοι θεωρούνται όσοι βρίσκονται ανάμεσα στο 7ο και 17ο χρόνο της ηλικίας τους. Όσοι βρίσκονται μεταξύ 7-12 θεωρούνται παιδιά ανίκανα για καταλογισμό, ενώ οι έφηβοι 13-17 χρονών θεωρούνται ικανοί για καταλογισμό.

Συνοπτικά, οι πράξεις βίας και επιθετικότητας που χαρακτηρίζουν την νεανική παραβατικότητα μπορεί να στρέφονται προς:

- τους άλλους (βία εναντίον προσώπων που περιλαμβάνει εκφοβισμό ως και σοβαρό τραυματισμό ή και θάνατο),

- προς τα πράγματα ή την περιουσία άλλων (βανδαλισμοί: υβριστικό γκράφιτι, πρόκληση φθορών, καταστροφή ιδιοκτησίας ή του σχολείου κ.ά.)

- είτε προς τον εαυτό (αυτοκαταστροφικές πράξεις, όπως χρήση/κατάχρηση ουσιών, μη λήψη μέτρων ασφαλείας).

Η νεανική παραβατικότητα διακρίνεται σε εμφανή και αφανή. Η εμφανής παραβατικότητα περιλαμβάνει όλα τα αδικήματα/εγκλήματα, για τα οποία υπήρξε παραπομπή των δραστών σε δικαστήρια και καταδίκη (δικαστικά διαπιστούμενη), καθώς και την εγκληματικότητα που παρουσιάζεται στις στατιστικές της αστυνομίας, δηλαδή τις περιπτώσεις στις οποίες καταγγέλλεται ή διαπιστώνεται ένα αδίκημα. Η αφανής παραβατικότητα, που αναφέρεται και ως σκοτεινός αριθμός, περιλαμβάνει όλα τα αδικήματα/εγκλήματα που δεν ανακαλύπτονται και δεν καταγγέλλονται, αλλά που ο ίδιος ο δράστης ανώνυμα δηλώνει ότι διέπραξε. Οι τιμωρίες για τους ανήλικους παραβάτες ποικίλουν σε βαθμό αυστηρότητας, από επίπληξη μέχρι εγκλεισμό στις φυλακές ή άλλους χώρους ασφαλούς κράτησης αλλά και σε σωφρονιστικά ιδρύματα (στην Κύπρο αναφέρονται ως Ιδρύματα Παιδικής Προστασίας

Το ποινικά ανεύθυνο για οποιοδήποτε αδίκημα όταν αυτό γίνεται από άτομα κάτω των 14 ετών είναι το σύστημα που ισχύει στην Κύπρο, όπου ακόμα δεν έχει θεσπιστεί σύστημα ποινικής δικαιοσύνης για ανήλικους ή νεαρούς παραβάτες. Σημειώνεται ότι για αδικήματα που διαπράττονται από άτομα κάτω των 14 ετών οι παραβάτες δεν διώκονται ποινικά, ενώ οι περιπτώσεις ανήλικων παραβατών (κάτω των 18 ετών) ή νεαρών παραβατών (κάτω των 21 ετών) αντιμετωπίζονται μόνο με ποινή φυλάκισης.

Στην Κύπρο δεν υπάρχει ειδικό κέντρο κράτησης ανήλικων ή νεαρών παραβατών, όπου να ισχύουν ειδικοί κανόνες. Αξιοσημείωτο είναι το παράδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου όπου λειτουργούν περίπου 250 τέτοια κέντρα με υποχρεωτική παρακολούθηση μαθημάτων, ειδικές αίθουσες αθλοπαιδιών ή άλλων δραστηριοτήτων και με διοίκηση ειδικευμένη στη διαχείριση νεαρών ή ανήλικων παραβατών. Οι νόμοι στο εξωτερικό είναι προσαρμοσμένοι με τέτοιο τρόπο, ώστε το δικαστήριο να μπορεί να παρακολουθεί την αναμορφωτική πορεία ενός ανήλικου ή νεαρού παραβάτη κατά την έκτιση της ποινής του και να αποφασίζει την προαποφυλάκισή του υπό όρους.

Το 2021 ψηφίστηκε ο Περί Παιδιών σε Σύγκρουση με το Νόμο Νόμος του 2021 από την Βουλή των Αντιπροσώπων, ο οποίος και θα συμβάλει σημαντικά στην πρόληψη και αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας στο πλαίσιο των αρχών του κράτους δικαίου, που επιτάσσουν τον πλήρη και αποτελεσματικό στην πράξη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των παιδιών, κατά την εμπλοκή τους στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης. Ο εν λόγω Νόμος, συνιστά μια μεγάλης έκτασης μεταρρύθμιση – σταθμό στην κατοχύρωση και προαγωγή των δικαιωμάτων των παιδιών στον τόπο μας .

«Το Νομοσχέδιο εγκαθιδρύει δομές, διαδικασίες και ρυθμίσεις  από-δικαστικοποίησης, λαμβάνοντας υπόψη πρωτίστως το συμφέρον του παιδιού, κατά τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης που το επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα, ενώ το ίδιο το παιδί συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων που το αφορούν. Επίσης, προνοεί πως η κράτηση του παιδιού συνιστά το έσχατο μέτρο και επιβάλλεται μόνον εφόσον οποιαδήποτε άλλα εναλλακτικά μέτρα έχουν δοκιμαστεί και αποτύχει» υπογραμμίζει στην γραπτή δήλωση της η Υπουργός σημειώνοντας παράλληλα ότι στις περιπτώσεις ποινικής δίωξης παιδιού, η υπόθεση θα εκδικάζεται από ειδικό δικαστήριο παιδιών. Η κράτηση, ως ποινή, αποτελεί το έσχατο μέτρο, ενώ πρέπει να αναζητούνται και να επιβάλλονται εναλλακτικά μέτρα διαχείρισης παραβατικών ανηλίκων.

Αναφερόμενη και στο πρόγραμμα αποδικαστικοποίησης, είπε ότι μπορεί να ενταχθεί παιδί παραβάτης, το οποίο διέπραξε αδίκημα, αντί ποινικής δίωξης και το εν λόγω πρόγραμμα μπορεί να περιλαμβάνει την επιβολή επίσημης ή ανεπίσημης προειδοποίησης,  επίβλεψη από κηδεμονευτικό λειτουργό ή ακόμα  σύγκληση Συμβουλίου Παιδιού.

Στην Κύπρο για την καταγραφή και ανάλυση της εγκληματικότητας ανηλίκων από το 1983 μέχρι το 1998 το όριο ηλικίας ήταν 7-15 χρονών. Από το 1999 και μετά με την τροποποίηση του Νόμου 15(I)/99, το όριο ηλικίας για ανήλικους παραβάτες ορίστηκε στο εύρος 10-15 χρονών και η καταγραφή της Στατιστικής Υπηρεσίας βασίζεται σε ατομικά έντυπα που υποβάλλει η αστυνομία για κάθε ανήλικο που πιστεύεται ότι ενέχεται σε αδίκημα. Στα προηγούμενα χρόνια εξαιρούνταν στις αναλύσεις εγκληματικότητας ανηλίκων, τα παιδιά κάτω των 14 χρονών που είχαν διαπράξει μικροαδικήματα εκτός αν είχαν ενήλικες συνένοχους (Στατιστική Υπηρεσία 2009). Σημειώνεται επίσης ότι στις εγκληματολογικές καταγραφές, οι ανήλικοι άνω των 16 χρονών συμπεριλαμβάνονται στις στατιστικές εγκληματικότητας ενηλίκων.

The content of this article is intended to provide a general guide to the subject matter. Specialist advice should be sought about your specific circumstances.