Στην Κύπρο, το ζήτημα της υιοθεσίας ανήλικου τέκνου ρυθμίζεται από τον περί Υιοθεσίας Νόμο (Ν.19(ι)/1995) και η υιοθεσία συντελείται με την έκδοση Διατάγματος Δικαστηρίου το οποίο εκδίδεται μετά από την επιτυχία της αίτησης του εκάστοτε αιτητή.

Δικαίωμα υποβολής αίτησης για υιοθεσία ανήλικου τέκνου, έχουν:

  1. Οι δύο σύζυγοι από κοινού.
  2. Ο φυσικός πατέρας με τη σύζυγο του ή η μητέρα με το σύζυγο της, από κοινού.
  3. Ο σύζυγος της μητέρας ή η σύζυγος του πατέρα του υιοθετουμένου.
  4. Σύζυγος φυσικού γονέα που έχει αποβιώσει ή έχει εγκαταλείψει το τέκνο.

Για να δύναται ένα πρόσωπο να αιτηθεί την υιοθεσία ανηλίκου, θα πρέπει να ικανοποιούνται οι πιο κάτω τυπικές προϋποθέσεις από πλευράς του αιτητή:

  1. Πρόσωπο που είναι μόνιμος κάτοικος της Δημοκρατίας για τουλάχιστον 2 χρόνια πριν την υποβολή της αίτησης υιοθεσίας.
  2. Πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του και το Δικαστήριο κρίνει ότι λαμβανομένων υπόψη των ηλικιών τόσο του υιοθετούντος όσο και του υιοθετουμένου, η υιοθεσία δεν επιφέρει κινδύνους για τον υιοθετούμενο και είναι γενικώς προς το συμφέρον του υιοθετουμένου.
  3. Πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του και είναι συγγενής του υιοθετούμενου.

Για να εγκριθεί μια αίτηση για υιοθεσία ανηλίκου τέκνου, η ελεύθερη και χωρίς όρους συναίνεση παίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο. Συναφώς, για να εκδοθεί ένα διάταγμα υιοθεσίας, απαιτείται η σωρευτική λήψη των ακόλουθων συναινέσεων:

  1. Η συναίνεση των γονέων ή κηδεμόνων του ανήλικου.
  2. Η συναίνεση του ή της συζύγου του αιτητή εάν ο τελευταίος είναι έγγαμος.
  3. Η συναίνεση του προς υιοθεσία ανηλίκου εάν το επιτρέπει η ηλικία και η πνευματική του ανάπτυξη.

Βέβαια, σε περιπτώσεις όπου το ανήλικο είναι θύμα παραμέλησης, κακομεταχείρισης ή κακοποίησης, ή ακόμα και σε περιπτώσεις όπου ο γονέας ή κηδεμόνας του ανηλίκου συστηματικά και χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να εκπληρώσει τα καθήκοντα που έχει απέναντι στο ανήλικο τέκνο και ιδίως την διατροφή και συντήρησή του, τότε η συναίνεση δεν συνιστά προαπαιτούμενο για την έγκριση της αίτησης υιοθεσίας. Το ίδιο συμβαίνει και στις περιπτώσεις όπου ο/η σύζυγος του αιτητή δεν είναι δυνατό να εξευρεθεί ή αδυνατεί να δώσει την απαιτούμενη συναίνεση ή παράλογα αρνείται τη συναίνεση αυτή ή οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση και δε διαμένουν μαζί και ο χωρισμός αυτός αναμένεται να είναι οριστικός.

Το Οικογενειακό Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα υιοθεσίας εάν και εφόσον ικανοποιηθεί πως:

  1. Η συναίνεση που παρασχέθηκε, είχε δοθεί με πλήρη επίγνωση των αποτελεσμάτων της υιοθεσίας.
  2. Η έκδοση του διατάγματος υιοθεσίας είναι προς το συμφέρον του υιοθετούμενου τέκνου.
  3. Για τουλάχιστον 3 συνεχόμενους μήνες πριν την έκδοση του διατάγματος, το ανήλικο τέκνο διέμενε με τον Αιτητή.
  4. Ο Αιτητής δεν έλαβε ως αντάλλαγμα για την υιοθεσία κάποιο χρηματικό ποσό.
  5. Η Έκθεση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας έδειξε πως ο Αιτητής είναι κατάλληλο πρόσωπο για σκοπούς υιοθεσίας.

Με την έγκριση της Αίτησης και με την έκδοση του Διατάγματος Υιοθεσίας, όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των φυσικών γονέων προς το ανήλικο τέκνο παύουν να υφίστανται και περιέρχονται στους υιοθετούντες. Το υιοθετούμενο τέκνο, θεωρείται πλέον καθ' όλα νόμιμο και φυσικό τέκνο των υιοθετούντων γονέων.

The content of this article is intended to provide a general guide to the subject matter. Specialist advice should be sought about your specific circumstances.